ἱπποστασίοις

ἱπποστασίοις
ἱπποστάσιον
neut dat pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • κατατυγχάνω — (AM) μσν. συναντώ κάποιον αρχ. 1. επιτυγχάνω τον σκοπό μου, φθάνω στο επιθυμητό τέλος τών προσπαθειών μου («της στρατείας κατατυχεῑν προσευχόμενοι, Διόδ.) 2. είμαι τυχερός («ἂν δ ἄρα μὴ συμβῇ κατατυχεῑν», Δημοσθ.) 3. τυχαίνω στο μερίδιο κάποιου… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”